Από τη στιγμή που ο αρχαιολογικός χώρος του Δίου Πιερίας ορίστηκε ως περιοχή επίδειξης για το έργο XENIOS, έγινε σαφές από τις συζητήσεις με τους υπευθύνους του χώρου ότι σύμφωνα με το μέχρι στιγμής ιστορικό ο κυριότερος φυσικός κίνδυνος που αντιμετωπίζουν εκεί είναι οι πλημμύρες. Το μέγεθος του προβλήματος τεκμηριώθηκε, εκτός από τις προφορικές περιγραφές και φωτογραφίες που έγιναν διαθέσιμες από στελέχη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πιερίας (Εικόνες 1 και 2) και από κείμενα και φωτογραφίες που εντοπίστηκαν στα τοπικά μέσα μαζικής ενημέρωσης και κοινωνικής δικτύωσης. Μάλιστα, αναφορές για τα σημαντικότερα περιστατικά πλημμυρών, εμφανίζονται και σε μέσα εθνικής εμβέλειας. Επιπλέον εντοπίσθηκαν αρκετές διοικητικές πράξεις (οικονομικές ενισχύσεις, χρηματοδότηση αντιπλημμυρικών έργων, κλπ.) σχετιζόμενες με τις πλημμύρες στην περιοχή. Έτσι, οι εταίροι του έργου αποφάσισαν ότι η πρόβλεψη των πλημμυρών είναι απαραίτητο να αποτελέσει έναν κίνδυνο που θα πρέπει να προβλέπει το σύστημα XENIOS, επιπλέον του κινδύνου δασικής πυρκαγιάς που προέβλεπε ο αρχικός σχεδιασμός του έργου.

Εικόνα 1. Ο ναός της Ίσιδας μετά την πλημμύρα του Νοεμβρίου 2019 (πηγή: αρχείο Εφορείας Αρχαιοτήτων Πιερίας).
Το μνημείο του ναού της Ίσιδας υπάγεται στην αρμοδιότητα της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πιερίας, Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού-Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων (Hellenic Ministry of Culture and Sports/ Archaeological Resources Fund).

Εικόνα 2. Ο ποταμός Βαφύρας με πλημμυρική ροή εντός του Ιερού του Υψίστου Διός (πηγή: αρχείο Εφορείας Αρχαιοτήτων Πιερίας).
Μετά από αυτή την απόφαση, οι εταίροι προχώρησαν στη συγκέντρωση δεδομένων για το τοπογραφικό ανάγλυφο της περιοχής, τα κλιματικά, μετεωρολογικά και υδρολογικά χαρακτηριστικά και, βέβαια, τις παρελθούσες πλημμύρες. Στις εργασίες γραφείου προστέθηκε και μία επίσκεψη στο πεδίο για να αποτυπωθεί και αξιολογηθεί η υπάρχουσα κατάσταση που οδηγεί στην εμφάνιση πλημμυρικών φαινομένων. Έτσι, ερευνήθηκε το από πού πηγάζει ο ποταμός Βαφύρας που διέρχεται μέσα από τον αρχαιολογικό χώρο και αναγνωρίστηκε η κοίτη και τα χαρακτηριστικά του χειμάρρου Ουρλιά (Εικόνα 3) που συμβάλλει σε αυτόν καθώς και η παρούσα κατάσταση και των δύο. Διαπιστώθηκε ότι ο Βαφύρας πηγάζει από σημεία του προσχωσιγενούς υποβάθρου της περιοχής σε μικρή απόσταση βορείως του αρχαιολογικού χώρου και έχει σχετικά μικρή σταθερή ροή. Αντιθέτως, το νερό που εκβάλει από τον Όλυμπο στην κοίτη του Ουρλιά χάνεται στο προσχωσιγενές υπόβαθρο σε καταβόθρες αμέσως μετά την έξοδο από το βουνό. Έτσι, ο χείμαρρος παραμένει χωρίς νερό σχεδόν όλο τον χρόνο με εξαίρεση τις περιόδους συνεχών και ραγδαίων βροχοπτώσεων (Εικόνα 4). Οι φωτογραφίες που ακολουθούν είναι ενδεικτικές της προσπάθειας (Εικόνες 5-8). Οι παρατηρήσεις λαμβάνονται υπόψη στη μοντελοποίηση των πλημμυρικών φαινομένων στην περιοχή, στην οποία και θα βασιστούν οι προβλέψεις που θα προσφέρει το σύστημα XENIOS.

Εικόνα 3. Ο χείμαρρος Ουρλιάς και ο ποταμός Βαφύρας που διέρχεται μέσα από τον αρχαιολογικό χώρο του Δίου, επισημασμένοι σε εικόνα του Google Earth (πηγή: αρχείο Εφορείας Αρχαιοτήτων Πιερίας).


Εικόνα 4. Ο χείμαρρος Ουρλιάς, βορείως των τειχών της αρχαίας πόλης του Δίου, με τη συνηθισμένη του εικόνα (αριστερά) και με μεγάλη ροή νερού (δεξιά) που οδήγησε σε πλημμύρα του Νοεμβρίου 2019 (πηγή: αρχείο Εφορείας Αρχαιοτήτων Πιερίας).

Εικόνα 5. Η αρχή της κοίτης του χειμάρρου Ουρλιά στη βάση του Ολύμπου.

Εικόνα 6.Μια από τις καταβόθρες στην αρχή της κοίτης του Ουρλιά από όπου το νερό κατευθύνεται προς τον υδροφόρο ορίζοντα.

Εικόνα 7. Το σημείο όπου ένας δεύτερος χείμαρρος συμβάλλει στην κοίτη του Ουρλιά, λίγο πριν το ύψος του αρχαιολογικού χώρου, αυξάνοντας περαιτέρω το δυναμικό πλημμυρικής παροχής σε περίπτωση ραγδαίας βροχόπτωσης μεγάλης διάρκειας.

Εικόνα 8. Η απότομη και έντονη στένωση της κοίτης του Ουρλιά, ακριβώς πριν τη συμβολή του στον Βαφύρα και την είσοδο στον αρχαιολογικό χώρο, είναι επιπλέον υπεύθυνη για την αδυναμία διοχέτευσης μεγάλης παροχής νερού και επομένως για την εκδήλωση πλημμυρικών φαινομένων.
Τα δικαιώματα των εικονιζόμενων μνημείων ανήκουν στο Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού (Ν. 3028/2002).